- φτωχούλης
- -α, -ικο φτωχός (με χαϊδευτική σημασία).
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
φτωχούλης — α, ικο, Ν (θωπευτ.) φτωχός. [ΕΤΥΜΟΛ. < φτωχός + υποκορ. κατάλ. ούλης (πρβλ. μικρ ούλης)] … Dictionary of Greek
Nikos Kazantzakis — For the municipality on Crete see Nikos Kazantzakis (municipality). Nikos Kazantzakis Born February 18, 1883(1883 02 18) Heraklion, Crete, Ottoman Empire (now … Wikipedia
Kazantzakis — Büste in Athen Nikos Kazantzakis (griechisch Νίκος Καζαντζάκης) (* 19. Februarjul./ 3. März 1883greg. in Iraklio, Kreta, Osmanisches Reich; † … Deutsch Wikipedia
Nikos Kazantzakis — (griechisch Νίκος Καζαντζάκης) (* 18. Februarjul./ 2. März 1883greg. in Iraklio, Kreta, Osmanisches Reich; † 26. Oktober 1957 in Freiburg im Breisgau) war einer der bedeutendsten griechischen Schriftsteller des 20.… … Deutsch Wikipedia
φτωχούλικος — η, ο, Ν [φτωχούλης] φτωχούτσικος … Dictionary of Greek
φτωχός — ή, ό / πτωχός, ή, όν, ΝΜΑ, θηλ. και ός Α 1. αυτός που στερείται τα απαραίτητα για τη ζωή, που ζει στη φτώχεια 2. αυτός που έχει ανεπαρκείς πόρους ζωής, πενιχρά οικονομικά μέσα (α. «έγινε έρανος για τους φτωχούς» β. «καὶ πολλοὶ πλούσιοι ἔβαλλον… … Dictionary of Greek
Καζαντζάκης, Νίκος — (Ηράκλειο Κρήτης 1883 – Φράιμπουργκ Γερμανίας 1957).Λογοτέχνης, μεταφραστής και στοχαστής. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα (1902 6) και φιλοσοφία στο Παρίσι (1907 9). Την περίοδο 1914 15, μαζί με τον Άγγελο Σικελιανό, περιηγήθηκε τους τόπους της… … Dictionary of Greek
φτωχούτσικος, -η — και ια, ο επίρρ. α 1. ο σχετικά φτωχός, ο φτωχούλης. 2. (ειρωνικά), ο αρκετά εύπορος: Οι εφοπλιστές είναι φτωχούτσικοι οι καημένοι … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)